αθρησκεία

αθρησκεία
η
βλ. αθρησκία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Γκιγιό, Ζαν Μαρί — (Jean Marie Guyau, Λαβάλ, Μεν 1854 – Μαντόν, Προβάνς 1888). Γάλλος φιλόσοφος. Υποστήριζε μια ατομικιστική ηθική, η οποία στηρίζεται στη συμπάθεια και ανέχεται την υπέρβαση κάθε υποχρεωτικού χαρακτήρα που υπάρχει στις ηθικές πράξεις και γενικά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”